Κλαζομενές

Κλαζομενές
Αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας, που ήταν χτισμένη στην ηπειρωτική χώρα και στο ομώνυμο νησί από Ίωνες. Η πόλη βρισκόταν μεταξύ Σμύρνης και Ερυθρών. Αρχηγός της ήταν ο Κολοφώνιος Πόρφυρος, ο οποίος την αποίκισε με Φλιασίους και Κλεωναίους πρόσφυγες, που εκτοπίστηκαν από την Πελοπόννησο κατά την κάθοδο των Ηρακλειδών. Οι Κλαζομένιοι αποίκισαν τα Άβδηρα στη Θράκη και τη Ναύκρατη στην Αίγυπτο και διατηρούσαν θησαυρό στους Δελφούς. Πήραν μέρος στη Δηλιακή συμμαχία των Αθηναίων, αλλά, από το 387 π.Χ., κυριεύθηκαν από τους Πέρσες και απελευθερώθηκαν από τον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος γεφύρωσε το νησάκι με την ξηρά. Οι Πτολεμαίοι, οι Περγαμηνοί και άλλοι κυρίευσαν επίσης τις Κ., που αντιμετώπισαν επίσης και τις πειρατικές επιδρομές. Ένας ονομαστός Κλαζομένιος ήταν ο φιλόσοφος Αναξαγόρας. Πήλινες νεκρικές λάρνακες (σαρκοφάγοι) και πήλινα δοχεία, που ανακαλύφθηκαν το 1833 στη νεκρόπολη των Κ., μαρτυρούν ότι στην πόλη ανθούσε μια ιδιόμορφη τοπική κεραμική. Στις σαρκοφάγους υπάρχουν παραστάσεις με θέματα από σκηνές κυνηγιού ή πολέμων. Τετράδραχμο των Κλαζομενών (περ. 380-360 π.Χ.) με κεφαλή του θεού Απόλλωνα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κλαζομένιος — α, ο (Α κλαζομένιος, ία, ον) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αρχαία πόλη τής Μικράς Ασίας Κλαζομενές ή αυτός που προέρχεται από αυτήν (α. «κλαζομένια αγγεία» είδος αρχαίων αγγείων τής περίφημης αγγειοπλαστικής τέχνης τών Κλαζομενών β.… …   Dictionary of Greek

  • Samos City — Gemeinde Vathy Δήμος Βαθέος (Σάμου) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Vathi — Gemeinde Vathy Δήμος Βαθέος (Σάμου) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Χαλκιδεύς — Σπαρτιάτης ναύαρχος, μαζί με τον οποίο ο Αλκιβιάδης, μετά την ήττα των Αθηναίων στη Σικελία (412 π.Χ.), ξεσήκωσε τους Ίωνες συμμάχους των Αθηναίων, να επαναστατήσουν. Αρχικά κατόρθωσε να ξεσηκώσει τη Χίο, τις Ερυθρές και τις Κλαζομενές, έπειτα δε …   Dictionary of Greek

  • αρτέμων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μηχανικός από τις Κλαζομενές (5ος αι. π.Χ.). Σύγχρονος του Περικλή, τον ακολούθησε στην εκστρατεία της Σάμου, όπου ανακάλυψε και εφάρμοσε πολλά είδη πολιορκητικών μηχανών. Τον έλεγαν περιφόρητον, γιατί παρίστανε τον …   Dictionary of Greek

  • δωδεκάπολις — Αρχαίες ομοσπονδίες, που συνήθως συγκροτούνταν από την ίδια φυλή και αποτελούνταν από δώδεκα πόλεις. 1. Κοινόν των Αιολέων. Απαρτιζόταν από δώδεκα αιολικές πόλεις της Μικράς Ασίας, που αναφέρονται από τον Ηρόδοτο: Κύμη, Φρικωνίδα, Λάρισα, Νέον… …   Dictionary of Greek

  • λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ …   Dictionary of Greek

  • προφθασία — ἡ, Α [προφθάνω] ονομασία εορτής στις Κλαζομενές …   Dictionary of Greek

  • Αναξαγόρας — I (Κλαζομενές 499/8 Λάμψακος 428/7 π.Χ.). Φιλόσοφος. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στην Αθήνα, όπου και συνδέθηκε με στενή προσωπική και πνευματική φιλία με τον Περικλή. O δεσμός αυτός, όμως, και η μεγάλη επίδραση του φιλοσόφου στην… …   Dictionary of Greek

  • Ελλήνιον — I Ονομασία κτισμάτων της Αιγύπτου κατά την αρχαιότητα. 1. Ναός στη Ναυκράτιδα της Αιγύπτου, που αποκαλύφθηκε το 1885 από τον αρχαιολόγο Φλίντερ Πέτρι. Τον ίδρυσαν οι ιωνικές πόλεις Χίος, Τέως, Φώκαια και Κλαζομενές, οι δωρικές Ρόδος, Κνίδος και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”